Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά
συνεχίζει να απασχολεί τους πάντες. Φαίνεται πως το θέμα είναι σχεδόν ανεξάντλητο. Με κάποιο τρόπο η
ανάλυση, η ταξινόμηση του Κακού δεν
τελειώνει. Παρατηρείται μια ανάγκη να συνεχιστεί και να διευρυνθεί η «κακολογία».
Ποιας τάξεως είναι η «κακολογία»; Μια πρώτη ανάγνωση είναι πως η ανατομία του κακού ικανοποιεί τα
ένστικτα του «μέσου» τηλεθεατή και έτσι η τηλεθέαση ανατροφοδοτεί την
«κακολογία». Όμως μήπως για τη βαθύτερη ανάλυση
του κακού θα ήταν χρήσιμο να ξαναδούμε κάποιες προσεγγίσεις του κακού στη
φιλοσοφία; Ας ξεκινήσουμε με τον Καντ.
Στον Κάντ έχουμε μια εκτεταμένη
διερεύνηση του «κακού», το οποίο ορίζεται ως έμφυτη ροπή (1) αντίστροφη και
ισότιμη σε σχέση με τη ροπή για το «καλό». Το «κακό» αναλύεται σε τρεις
αναβαθμούς : η ασθένεια «fragilitas» , η
φαυλότητα «impuritas» και ο
τελευταίος ακραίος αναβαθμός που διακρίνεται στην κακοήθεια «vitiositas», στη διαφθορά «corruptio» και στη διαστροφή «perversitas». (2) Η
τρέχουσα «κακολογία» κινείται μονίμως στον ακραίο αναβαθμό του
Καντ και προς τις τρεις κατευθύνσεις (κακοήθεια-διαφθορά -διαστροφή) .Διαφέρει
όμως ,ριζικά από την ευρύτερη Καντιανή προβληματική και αναπαράγεται αυτοαναφορικά. Στον Κάντ,
αντίθετα , η ανάλυση του «κακού» εντάσεται σ ‘ένα λογικό οικοδόμημα το οποίο
αναζητεί την άριστη κοινωνική συγκρότηση με την εξασφάλιση του Λόγου και της Ελεύθερης
βούλησης. Άρα τον Καντ δεν τον αφορά η
διερεύνηση της «κακολογίας» αλλά η διερεύνηση του κακού.
Ας δούμε μια άλλη οπτική, αυτήν της
ορθοδοξίας. Ο καθηγητής θεολογίας Γ.Μαντζαρίδης υποστηρίζει: «Στην εποχή μας
πλεονάζει το κακό. Και ο πλεονασμός αυτός συμβαδίζει με μια αναισχυντία , που
σπανίζει στην Ιστορία. Το κακό παρουσιάζεται πληθωρικό και ασύστολο , ενώ τα
αισθητήρια και τα κριτήρια της κοινωνίας εμφανίζουν μια καταπληκτική
πλαδαρότητα. Η αυθαιρεσία θεωρείται αυτονόητη , ενώ ο λεγόμενος κοινωνικός
έλεγχος τείνει να παραλύσει. Αλλά το κακό αυτοκαταστρέφεται.Η αναισχυντία αυτοεξευτελίζεται
.Η σύγχυση αυτοδιαλύεται. Και παρόλη αυτή την κατάσταση ή μάλλον εξαιτίας αυτής της καταστάσεως , η
δίψα για την αλήθεια της πνευματικής ζωής γίνεται εντονότερη : «Ου δε επλεόνασεν
η αμαρτία , υπερπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.5,20)» (3) «Τα πάθη ως παρά φύση καταστάσεις
απομακρύνουν τον άνθρωπο από την αρετή και τον οδηγούν στην κακία. Αλλά η κακία
είναι καθ’ ευατήν ανύπαρκτη. Δεν έχει
ούτε ουσία ούτε υπόσταση. Και η ψυχή που οδηγείται στην κακία τιμωρείται από
αυτήν ,γιατί δεν βρίσκει φυσική ανάπαυση» (4)
Η κατανόηση της «κακότητας» από τον Μαντζαρίδη μπορεί
να ερμηνεύσει την «κακολογία» ως μια αυτό-αναφορική προσωρινή «φούσκα» που θα
διαλυθεί αναπόδραστα. Αντί των ισότιμων Καντιανών «ροπών-propensio» η
ορθοδοξία προκρίνει έναν ανταγωνισμό «πλεονασμάτος» εναντίον «υπερπερίσσειας».
Αυτή η κατανόηση του «κακού» ως κενό
πλεόνασμα έχει μια άλλη ενδιαφέρουσα συνηγορία.Είναι αυτή του Α.Badiou. «Θεωρείται συνήθως
ότι το κακό είναι η άρνηση του υπαρκτού και της κατάφασης του , ότι είναι ο
φόνος και ο θάνατος , η αντίθεση στη ζωή .Θα έλεγα ότι είναι μάλλον η απάρνηση
μιας «υφαίρεσης» .Αυτό που το κακό προσβάλλει δεν είναι ότι ενοικεί μέσα στην
αυτοκατάφαση του ,αλλά μάλλον, πάντα , αυτό που είναι αποσυρμένο και ανώνυμο
στην αδυναμία του Ενός. Το κακό δεν είναι ο μη σεβασμός του ονόματος του
Άλλου , είναι πολύ περισσότερο η βούληση να κατονομάσουμε με κάθε τίμημα.Θεωρείται
συνήθως ότι το κακό είναι ψέμα , άγνοια, φονική βλακεία. Αλίμονο. Το κακό έχει
σαφώς ως ριζική του συνθήκη τη διαδικασία της αλήθειας. Το κακό δεν υπάρχει
παρά στο βαθμό που υπάρχει ένα αξίωμα αληθείας στο σημείο του αναπoφάνσιμου, μια
διαδρομή αληθείας στο σημείο του μη διακρίσιμου , μια οντολογική προεξόφληση
της αλήθειας στο σημείο του γενολογικού και η κατά παράβαση επιβολή μιας
ονοματοδοσίας στο σημείο του ακατονόμαστου , εν ονόματι της αλήθειας.Αν η παραβίαση
της ακατονόμαστης υφαίρεσης αποτελεί μια καταστροφή, είναι γιατί προσβάλλει
ολόκληρη την κατάσταση , εκδιώκοντας από αυτήν την ίδια την ενικότητα , που
έμβλημα της είναι το ακατονόμαστο. Με αυτήν την έννοια, η εν μυθοπλασία
επιθυμία εξάλειψης της τέταρτης υφαιρετικής πράξης, απελευθερώνει ένα δυναμικό
καταστροφής που λανθάνει σε κάθε αλήθεια, με την ίδια ακριβώς έννοια που ο Mallarme έγραψε
ότι «η Καταστροφή ήταν η Βεατρίκη του»» (5)
O Badiou αναλύει
τεχνικά αυτό που ο Μαντζαρίδης ορίζει ως πλεόνασμα του Κακού.Η τεχνική του
ανάλυση γίνεται με τα εργαλεία της θεωρίας συνόλων. Υπάρχει όμως και μια άλλη
συνάφεια απόψεων. Το κακό είναι μια επιβολή λόγου επί μιας αληθείας που είναι
άρρητη. (Είναι η «παράβαση» αναφέρεται στο παραπάνω απόσπασμα).
Ας δούμε τώρα ένα απόσπασμα από τον Απόστολο Παύλο:«ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον και
ήκουσεν άρρητα ρήματα, ά ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» ( Β Κορ 1β)Διαπιστώνουμε
λοιπόν ότι το καθεστώς αληθείας ορίζεται μέσω άρρητων ρημάτων και στον Παύλο.
Συμπέρασμα
Το πλεόνασμα κακολογίας δεν είναι επικοινωνιακό γνώρισμα είναι οντολογικό καθεστώς. Είναι δευτερογενής κατάσταση επιβαλλόμενη εκ των άνω, ως διάρρηξη του καθεστώτος αρρήτων. Στον Μπαντιού αυτά τα ορθόδοξα «άρρητα» ταξινομούνται σε τέσσερεις διαστάσεις εκ των οποίων η μία η «γενολογική» είναι η διάσταση της αληθείας που εγκυμονεί το Συμβάν (πχ Ο Badiou υποστηρίζει ότι ο Χριστός είναι για τον Παύλο Συμβάν) Αυτό που ο Μαντζαρίδης περιγράφει ως ανυπόστατο ,χωρίς ουσία , ο Μπαντιού οριοθετεί ως « δυναμικό καταστροφής που λανθάνει σε κάθε αλήθεια» . Αυτό το δυναμικό απελευθερώνεται όταν η «μυθοπλαστική επιθυμία προσβάλλει την αλήθεια».Ο τρίτος αναβαθμός κακότητας ( στην Καντιανή κλίμακα) ,η λατινική vitiositas , έχει σήμερα μια άλλη σημασία εγγύτερη προς την ερωτική παραφυλία παρά προς την αρχική έννοια της κακοήθειας. Περιέργως αυτή η σύγχρονη , η σημερινή vitiositas της δημοσιότητας, μπορεί να αποδώσει το καθεστώς της τρέχουσας κακολογίας. Η τρέχουσα «μυθοπλαστική επιθυμία» δεν επέρχεται ως αναπαράσταση του κακού , ενοικεί στο κακό. Με μια έννοια η κακολογία είναι καθεστώς.
1.- «Με την ροπή ( propensio ) εννοώ τον υποκειμενικό λόγο της
δυνατότητας μιας κλήσης ( καθ έξιν πόθου, concupiscentia) ,εφ’ όσον αυτή είναι τυχαία για την
ανθρώπινη φύση εν γένει» Ι.Καντ: η Θρησκεία εντός των ορίων του λόγου και
μόνο.σ 61
2.-Ibid.σ 61
3.Γ.Μαντζαρίδη:Ορθόδοξη Πνευματική Ζωή .σ 9
4. Ibid .σ 105
5.A,Badiou: Από το είναι
στο συμβάν.σ 64.