Κυριακή 27 Ιουνίου 2021

Το καθεστώς της "κακολογίας"

 


Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά συνεχίζει να απασχολεί τους πάντες. Φαίνεται  πως το θέμα  είναι σχεδόν ανεξάντλητο. Με κάποιο τρόπο η ανάλυση, η ταξινόμηση   του Κακού δεν τελειώνει. Παρατηρείται μια ανάγκη να συνεχιστεί και να διευρυνθεί   η «κακολογία». Ποιας τάξεως είναι η «κακολογία»; Μια πρώτη ανάγνωση  είναι πως η ανατομία του κακού ικανοποιεί τα ένστικτα του «μέσου» τηλεθεατή και έτσι η τηλεθέαση ανατροφοδοτεί την «κακολογία». Όμως μήπως  για τη βαθύτερη ανάλυση του κακού θα ήταν χρήσιμο να ξαναδούμε κάποιες προσεγγίσεις του κακού στη φιλοσοφία; Ας ξεκινήσουμε με  τον Καντ.

Στον Κάντ έχουμε μια εκτεταμένη διερεύνηση του «κακού», το οποίο ορίζεται ως έμφυτη ροπή (1) αντίστροφη και ισότιμη σε σχέση με τη ροπή για το «καλό». Το «κακό» αναλύεται σε τρεις αναβαθμούς : η ασθένεια  «fragilitas» , η φαυλότητα «impuritas» και ο τελευταίος ακραίος αναβαθμός που διακρίνεται στην  κακοήθεια «vitiositas»,  στη διαφθορά «corruptio» και στη  διαστροφή «perversitas». (2) Η τρέχουσα «κακολογία» κινείται μονίμως στον ακραίο αναβαθμό   του Καντ και προς τις τρεις κατευθύνσεις (κακοήθεια-διαφθορά -διαστροφή) .Διαφέρει όμως ,ριζικά από την ευρύτερη Καντιανή προβληματική και  αναπαράγεται αυτοαναφορικά. Στον Κάντ, αντίθετα , η ανάλυση του «κακού» εντάσεται σ ‘ένα λογικό οικοδόμημα το οποίο αναζητεί την άριστη κοινωνική συγκρότηση με την εξασφάλιση του Λόγου και της Ελεύθερης βούλησης. Άρα  τον Καντ δεν τον αφορά η διερεύνηση της «κακολογίας» αλλά η διερεύνηση του κακού.

Ας δούμε μια άλλη οπτική, αυτήν της ορθοδοξίας. Ο καθηγητής θεολογίας Γ.Μαντζαρίδης υποστηρίζει: «Στην εποχή μας πλεονάζει το κακό. Και ο πλεονασμός αυτός συμβαδίζει με μια αναισχυντία , που σπανίζει στην Ιστορία. Το κακό παρουσιάζεται πληθωρικό και ασύστολο , ενώ τα αισθητήρια και τα κριτήρια της κοινωνίας εμφανίζουν μια καταπληκτική πλαδαρότητα. Η αυθαιρεσία θεωρείται αυτονόητη , ενώ ο λεγόμενος κοινωνικός έλεγχος τείνει να παραλύσει. Αλλά το κακό αυτοκαταστρέφεται.Η αναισχυντία αυτοεξευτελίζεται .Η σύγχυση αυτοδιαλύεται. Και παρόλη αυτή την κατάσταση  ή μάλλον εξαιτίας αυτής της καταστάσεως , η δίψα για την αλήθεια της πνευματικής ζωής γίνεται εντονότερη : «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία , υπερπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.5,20)» (3) «Τα πάθη ως παρά φύση καταστάσεις απομακρύνουν τον άνθρωπο από την αρετή και τον οδηγούν στην κακία. Αλλά η κακία είναι καθ’ ευατήν  ανύπαρκτη. Δεν έχει ούτε ουσία ούτε υπόσταση. Και η ψυχή που οδηγείται στην κακία τιμωρείται από αυτήν ,γιατί δεν βρίσκει φυσική ανάπαυση» (4)

Η  κατανόηση της «κακότητας» από τον Μαντζαρίδη μπορεί να ερμηνεύσει την «κακολογία» ως μια αυτό-αναφορική προσωρινή «φούσκα» που θα διαλυθεί αναπόδραστα. Αντί των ισότιμων Καντιανών «ροπών-propensio» η ορθοδοξία προκρίνει έναν ανταγωνισμό «πλεονασμάτος» εναντίον «υπερπερίσσειας».

Αυτή η κατανόηση του «κακού» ως κενό πλεόνασμα έχει μια άλλη ενδιαφέρουσα συνηγορία.Είναι αυτή του Α.Badiou. «Θεωρείται συνήθως ότι το κακό είναι η άρνηση του υπαρκτού και της κατάφασης του , ότι είναι ο φόνος και ο θάνατος , η αντίθεση στη ζωή .Θα έλεγα ότι είναι μάλλον η απάρνηση μιας «υφαίρεσης» .Αυτό που το κακό προσβάλλει δεν είναι ότι ενοικεί μέσα στην αυτοκατάφαση του ,αλλά μάλλον, πάντα , αυτό που είναι αποσυρμένο και ανώνυμο στην αδυναμία του Ενός. Το κακό δεν είναι ο μη σεβασμός του ονόματος του Άλλου , είναι πολύ περισσότερο η βούληση να κατονομάσουμε με κάθε τίμημα.Θεωρείται συνήθως ότι το κακό είναι ψέμα , άγνοια, φονική βλακεία. Αλίμονο. Το κακό έχει σαφώς ως ριζική του συνθήκη τη διαδικασία της αλήθειας. Το κακό δεν υπάρχει παρά στο βαθμό που υπάρχει ένα αξίωμα αληθείας στο σημείο του αναπoφάνσιμου, μια διαδρομή αληθείας στο σημείο του μη διακρίσιμου , μια οντολογική προεξόφληση της αλήθειας στο σημείο του γενολογικού και η κατά παράβαση επιβολή μιας ονοματοδοσίας στο σημείο του ακατονόμαστου , εν ονόματι της αλήθειας.Αν η παραβίαση της ακατονόμαστης υφαίρεσης αποτελεί μια καταστροφή, είναι γιατί προσβάλλει ολόκληρη την κατάσταση , εκδιώκοντας από αυτήν την ίδια την ενικότητα , που έμβλημα της είναι το ακατονόμαστο. Με αυτήν την έννοια, η εν μυθοπλασία επιθυμία εξάλειψης της τέταρτης υφαιρετικής πράξης, απελευθερώνει ένα δυναμικό καταστροφής που λανθάνει σε κάθε αλήθεια, με την ίδια ακριβώς έννοια που ο Mallarme έγραψε ότι «η Καταστροφή ήταν η Βεατρίκη του»» (5)

O Badiou αναλύει τεχνικά αυτό που ο Μαντζαρίδης ορίζει ως πλεόνασμα του Κακού.Η τεχνική του ανάλυση γίνεται με τα εργαλεία της θεωρίας συνόλων. Υπάρχει όμως και μια άλλη συνάφεια απόψεων. Το κακό είναι μια επιβολή λόγου επί μιας αληθείας που είναι άρρητη. (Είναι η «παράβαση» αναφέρεται στο παραπάνω απόσπασμα).

Ας δούμε τώρα ένα  απόσπασμα από τον Απόστολο Παύλο:«ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, ά ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» ( Β Κορ 1β)Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι το καθεστώς αληθείας ορίζεται μέσω άρρητων ρημάτων και  στον Παύλο.

Συμπέρασμα

Το πλεόνασμα κακολογίας δεν είναι επικοινωνιακό γνώρισμα είναι οντολογικό καθεστώς. Είναι δευτερογενής κατάσταση επιβαλλόμενη εκ των άνω, ως διάρρηξη του καθεστώτος αρρήτων.  Στον Μπαντιού αυτά τα ορθόδοξα «άρρητα» ταξινομούνται σε τέσσερεις διαστάσεις  εκ των οποίων η μία η «γενολογική» είναι η διάσταση της αληθείας που εγκυμονεί το Συμβάν (πχ Ο Badiou υποστηρίζει ότι ο Χριστός είναι για τον Παύλο Συμβάν)   Αυτό που ο Μαντζαρίδης περιγράφει ως ανυπόστατο ,χωρίς   ουσία , ο Μπαντιού οριοθετεί ως  « δυναμικό καταστροφής που λανθάνει σε κάθε αλήθεια» . Αυτό το δυναμικό απελευθερώνεται όταν η  «μυθοπλαστική επιθυμία προσβάλλει την αλήθεια».Ο τρίτος αναβαθμός κακότητας ( στην Καντιανή κλίμακα) ,η λατινική vitiositas , έχει σήμερα μια άλλη σημασία  εγγύτερη προς την ερωτική παραφυλία παρά προς την αρχική έννοια της κακοήθειας. Περιέργως αυτή η σύγχρονη , η σημερινή vitiositas της δημοσιότητας,  μπορεί να αποδώσει  το καθεστώς της  τρέχουσας κακολογίας. Η  τρέχουσα «μυθοπλαστική επιθυμία» δεν επέρχεται ως αναπαράσταση του κακού , ενοικεί στο κακό. Με μια έννοια η κακολογία είναι καθεστώς.

 

1.- «Με την ροπή ( propensio ) εννοώ τον υποκειμενικό λόγο της δυνατότητας μιας κλήσης ( καθ έξιν πόθου, concupiscentia) ,εφ’ όσον αυτή είναι τυχαία για την ανθρώπινη φύση εν γένει» Ι.Καντ: η Θρησκεία εντός των ορίων του λόγου και μόνο.σ 61

2.-Ibid.σ 61

3.Γ.Μαντζαρίδη:Ορθόδοξη Πνευματική Ζωή .σ 9

4. Ibid .σ 105

5.A,Badiou: Από το είναι στο συμβάν.σ 64.

 

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

Οι φαινότυποι των νάρκισσων

 


Οι «Περιπέτειες της Μεσαίας Τάξης» του Π.Παναγιωτόπουλου προσφέρουν μια διεισδυτική χειρουργική ανάλυση ενός , έτσι κι’ αλλιώς, περίπλοκου ίσως μη ολικά προσβάσιμου φαινομένου: αυτού της λεγόμενης Μεσαίας Τάξης , στην Ελλάδα.

Ο ΠΠ , ακριβώς ,γνώστης των δυσκολιών ,ορίζει με ακρίβεια τους ορισμούς και τις τυποποιήσεις για το αντικείμενο της εργασίας του και από την αρχή επιλέγει τα ανατομικά του εργαλεία με λίγες επιλογές από την εργαλειοθήκη της οικονομετρίας ενώ συγκεντρώνει τον εξοπλισμό μου από την κοινωνική ψυχολογία: συναισθήματα, συνήθειες, συμπεριφορές αποτελούν το βασικό υλικό του. Γράφει σχετικά:

«Η δική μας προσέγγιση εξετάζει τη μεσαία τάξη κυρίως υπό το πρίσμα των πολιτικών συναισθημάτων, εκείνο μιας ναρκισσιστικής προσωπικότητας που στρέφεται στην εξατομίκευση και στην απόλαυση σε περιβάλλον ασφάλειας και ανεμελιάς»  ( σ 73)

Αυτή όμως η ανεμελιά παράγει μεγαλειώδεις αντιφάσεις:

«Οι ταξιδιώτες των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους δεν μπορούν να κατανοήσουν ,για παράδειγμα,ότι η μείωση του κόστους που τους επιτρέπει να μετακινούνται με ιστορικά πρωτόγνωρη συχνότητα και ευκολία σχετίζεται με τη συμπίεση των εργασιακών δικαιωμάτων πληρώματος καμπίνας και την ασφαλιστική υποβάθμιση» ( σ 82)

Η ναρκισσιστική ανεμελιά λειτουργεί ως ελκυστής.

«Τέλος όπως ήδη αναφέραμε οι ίδιο οι πολίτες αυτοτοποθετούνται πλέον εμφατικά και μαγικά στη κατηγορία μεσαία στρώματα , όταν ερωτώνται που πιστεύουν ότι ανήκουν». ( σ 93)

Για τους τεχνικούς της κοινωνιολογίας τη μεσαία τάξη δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες.

« Η μεσαία τάξη , τόσο ρευστή και πραγματική επεκτεινόταν καθώς παραλείπαμε να την ονοματίσουμε. «Έτρωγε τα κενά που υπήρχαν μεταξύ ισχυρών και πολύ αδύναμων και έφτιαχνε τη δικής της νέα κουλτούρα , οργάνωνε γύρω από αυτήν το κοινωνικό συμβόλαιο μα διστάσαμε να την υποδεχτούμε στον κόσμο της αναλυτικής και πολιτικής μας νομινότητας» ( σ 96)

Έτσι φτάνουμε στον 21ο αιώνα.

«Η ελληνική μεσαία τάξη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα ήταν εκείνη της ποπ χλιδής , της καταναλωτικής φιληδονίας και εντέλει ενός ατομικιστικού ριζοσπαστισμού» (σ 108)

Η μεσαία τάξη είναι «ογκώδη και κοινωνικά κυρίαρχη και ακατανόμαστη»

«Η ολοκληρωμένη εκδήλωση μιας μέσης κουλτούρας που συνόψισε τις κοινωνικές δυναμικές της Μεταπολίτευσης στο σύνολο βρίσκεται ωστόσο στο πρόγραμμα και την αισθητική της ιδιωτικής τηλεόρασης» (σ 121)

Στο  ίδιο μοτίβο δηλαδή την επαφή, ψηλάφηση κατανόηση της μεσαίας τάξης μέσα από τα συναισθήματα , τις πόζες και τα στυλ, με επιλεκτική χρήση της οικονομετρίας  ο ΠΠ συνεχίζει και έτσι ορίζει νέα ταξινομικά σχήματα και δίπολα.

«Όπως θα φανεί και παρακάτω με εξαίρεση τον μεγάλο πλούτο και την μεγάλη φτώχεια που προσδιορίζουν καθοριστικά ταυτότητες αποκομμένες από την υπόλοιπη κοινωνία , οι οποίες δεν τροποποιούνται από καμία πολιτιστική προσθήκη (με άλλα λόγια οι πολύ πλούσιοι και οι πολύ φτωχοί μόνο αυτοί) οι τομείς που προτείνουμε συμπεριλαμβάνουν δυνητικά μια ποικιλία αντιθέσεων ανισοτήτων ,συναισθήματα και τρόπους αυτό-απεικόνησης των υποκειμένων που δύσκολα χωρούν στις καθιερωμένες κατά τα άλλα συστημικές φορολογικές  γεωγραφικές κατηγοριοποιήσεις των κοινωνικών ερευνών» ( σ 222)

Έτσι προκύπτουν ενδιαφέροντα σχήματα : μεσαίοι του ευρώ ή της δραχμής, μεσαίοι με μετρητά ή όχι κατά την τραπεζική αργία, ταξιδιώτες ή εγκλωβισμένοι,upper ανέμελοι και άλλοι κλπ κλπ.

Αφού ορίσει τα αναλυτικά του εργαλεία ( με ένα εξαιρετικό κεφάλαιο για την "ατελή περιέργεια των κοινωνικών επιστημών" (σ295) και εμβαθύνει  τους προβληματισμούς του, ο ΠΠ καταθέτει τις αγωνίες του για το μέλλον της μεσαίας τάξης.

Όμως υπάρχει ένα ενδιαφέρον πρόβλημα:

Εντός αυτού του πλούσιου προβληματισμού η λελογισμένη απόσταση από την «λάντζα» της οικονομετρίας επιτρέπει τόσο εύστοχες ερμηνείες ( πχ η διαυγής ανάλυση του για τον χειμώνα του 08) η ίδια αυτή απόσταση δεν του επιτρέπει να δει, με την ίδια επιμέλεια, υπομερίδες της μεσαίας τάξης που θα διαμόρφωναν ίσως δυνητικά άλλα ενδιάμεσα θετικά σενάρια για το μέλλον. Απουσιάζουν ή έχουν μικρή αναφορά οι αντίστοιχες διεισδυτικές ψηλαφήσεις για υποσύνολα  της μεσαίας τάξης διάσπαρτα στην δημόσια και ιδιωτική οικονομία που συμβάλουν αισθητικά , ηθικά και οικονομικά σε μια παραγωγική σύλληψη με πραγματικά μετρήσιμα θετικά αποτελέσματα. Το εργασιακό ήθος κλάδων υγείας κατά την πανδημία οι συχνά εμφανιζόμενες επιτυχίες μικρών και μεγάλων ελληνικών εταιρειών συγκροτούν μια «πύκνωση» αριστείας που δυνητικά θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά όχι μέσω του «όγκου» αλλά μέσω των μυστηριωδών αδιαφανών μηχανισμών «κοινωνικής κατάλυσης».

Μένοντας και εμβαθύνοντας ο ΠΠ στα συναισθήματα , στον «μύχιο βίο» έχει τελικά κανείς τη γεύση ότι όλα είναι αποτελέσματα ισχυρών ρευμάτων αδράνειας χωρίς να αναφαίνονται πιθανοί πόλοι αντιρρόπησης. Δεν είναι τυχαίο πως μια απλά φιλολογική έρευνα του βιβλίου θα αποκαλύψει πως δύο λέξεις – όροι κυριαρχούν: ναρκισσισμός και φαινότυπος. Προφανώς έχει δίκιο ο ΠΠ να αναζητήσει το «φαίνεσθαι» και «φέρεσθαι» μιας κοινωνικής ροπής προς την κενόδοξη αυτοικανοποίηση που τρικλίζει χωρίς παραγωγικά έδρανα. Ταυτόχρονα όμως ίσως χάνονται από την ενδελεχή περιγραφή του ΠΠ  οι αφανείς   υπαρκτές υπομερίδες της , πραγματικά, ασθμαίνουσας «αριστείας».

 Στα δύο σενάρια ( θετικό αρνητικό) για την μεσαία τάξη όλα φαίνονται να εξαρτώνται κυρίως από την διεθνή κατάσταση. Απουσιάζει μια έστω υπαινικτική περίπτωση μιας «ενδογενούς αναγέννησης» των μεσαίων . Το πολύ πιθανότερο είναι ο ΠΠ να έχει δίκιο. Η πιθανότητα ενισχύεται από την αφοπλιστικά υψηλή ποιότητα της έρευνας του. Όμως και το πιο «τεχνικό» κείμενο ενίοτε δημιουργεί την προσδοκία ενός μέλλοντος. Άραγε είναι τόσο απίθανο η μεσαία τάξη να επηρεαστεί από τις υπάρχουσες , ορατές νησίδες «αναγέννησης» έτσι ανεξάρτητα από τις διεθνείς συνθήκες να μετασχηματιστεί θετικά;

Info: Π.Παναγιωτόπουλος Περιπέτειες της μεσαίας τάξης.Επίκεντρο 2021  

Image: Slava Fokk