Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Αμήχανος Ακαδημαϊσμός


 
 
Εδώ και τουλάχιστον εβδομήντα χρόνια η συγκόλληση ή συγχρονισμός ή συνάρμοση ή παράθεση ή αλληλουχία εκφράσεων της τέχνης με διαφορετικές αφετηρίες και συμφραζόμενα είναι ρουτίνα. Τα έχουμε δει και ακούσει όλα : Heavy Metal με κλασική ορχήστρες, βιρτουόζους βιολιού σε κρεαταγορές και μετρό, καλάζ ζωγραφικής με ρομαντικά και techno θέματα, πάσης φύσεως μουσικής αναμείξεις ethnic , θέατρα με θεατές σε κάθε νέα σχέση, κάθε χρήση τεχνολογίας σε χορό , θέατρο κλπ.

Με την έννοια αυτή η συζήτηση αν η Πάολα τραγουδάει Χατζιδάκι είναι τελειωμένη πριν αρχίσει.

Πόσο μάλλον όταν ο ίδιος Χατζηδάκης στο Τρίτο στην ακμή της περιόδου , σε μια από τις πιο αμφιλεγόμενες άτυχες στιγμές του έχει φιλοξενήσει τον Φλωρινιώτη. Με υποτιθέμενο συνδετικό κρίκο την κοινή καταγωγή από την Ξάνθη ο Χατζηδάκης παραχωρεί μια ώρα για να ακούσουμε τον Φλωρινιώτη να τραγουδά τα τραγούδια του με πιάνο. Η ραδιοφωνική παράσταση συνοδεύεται από ένα σαφή έπαινο του Χατζηδάκη , το μουσικό αποτέλεσμα παραπέμπει σε αποτυχημένη προσπάθεια υποψηφίου σε Χ Factor. Η υπόθεση διασώζεται μόνο από τον έμφυτο αντικομφορμισμό του Χατζηδάκη , το πηγαίο χιούμορ του και την αδήριτη ανάγκη να προστατεύουμε το κεφάλαιο Χατζηδάκη μέσω αποσιώπησης. Μετά το Τρίτο  ο Φλωρινιώτης μάλλον χάνει την συγκυρία, εννοούμενη ως επιτυχία,  αλλά συνεχίζει τη διαδρομή του σε όλα τα μαγαζιά “off  της επικράτειας.

Είναι αδύνατο να διαβλέψουμε τις προθέσεις του Χατζηδάκη αλλά εκ πρώτης όψεως διαφάνηκε μια διάθεση αποκατάστασης ενός ελάσσονος μουσικού ρεύματος , όπως αντίστοιχα στα τέλη του σαράντα έχει αποκατασταθεί ένα τότε φαινόμενο ελάσσον,  αλλά τελικά μείζων και ρωμαλέο ρεύμα όπως τεκμαίρεται εκ του αποτελέσματος  :το ρεμπέτικο.

Στην Κριτική της Κριτικής Δύναμης ο Καντ είχε προτείνει ένα ταξινομικό σχήμα, που αντανακλούσε την αίσθηση της καλαισθησίας της εποχής του. Σύμφωνα με αυτό έχουμε τρεις αναβαθμούς καλαισθησίας : το ευχάριστο που αφορά την ιδιωτική ευχαρίστηση απόλαυση ( πχ το κρασί αυτό μου αρέσει αλλά είναι δυνατόν να αρέσει μόνο σε μένα),  το ωραίο που αφορά μια καθολική συναίνεση για την καλαισθησία ενός πράγματος και εγείρει την δυνατότητα ελέγχου (πχ πως είναι δυνατόν να μη συμφωνούμε για την εικαστική αρτιότητα του Παρθενώνα) και το υψηλό που ανοίγεται στο άπειρο συγκινεί την ψυχή και προσδιορίζει την ελευθερία πάνω από τη σκοπιμότητα της καλαισθησίας. Το υψηλό είναι ίδιον μιας καλλιέργειας και εισάγει μια ηθική διάσταση .

Μιλάμε λοιπόν για μια μορφή   του «ευχάριστου» την οποία , ο ευρισκόμενος στα «υψηλά» Χατζηδάκης ,προσπάθησε να  ελκύσει προς τα «πάνω» ,προς το «ωραίο» . Ομοίως η Πάολα από ένστικτο ή επαγγελματική καθοδήγηση προσπαθεί να μεταβεί από την «ευχαρίστηση» στο «καλό» . Την ίδια κίνηση την βλέπουμε συνεχώς  : ο Ρουβάς εισέρχεται στην Επίδαυρο , ένα τόπο όπου ενίοτε το «υψηλό» αναπνέει βραβεύεται και συνεχίζει να φλερτάρει με άλλες εκφράσεις του «υψηλού» : το Άξιον Εστί.

Η Καντιανή ιδιοφυία είχε δει πως η σχέση «υψηλού» και ηθικής οδηγούσε από μια άλλη διαδρομή στην συσχέτιση Θρησκείας και Τέχνης . Καθώς η Ηθική ανήκει στην δικαιοδοσία της Θρησκείας ήταν αναμενόμενο πως θα επιδίωκε την μόνωση της Ηθικής εξοβελίζοντας την Τέχνη από την ζωή. Ήδη από τον 18 αιώνα ο Καντ επισημαίνει την ιδιόμορφη δυσανεξία του Ισλάμ για τις παραστατικές τέχνες μέσω μια αισθητικής και όχι θρησκευτικής ανάλυσης.

Ωστόσο παραμένει ανοικτή η διερώτηση για την λειτουργία και την πάκτωση των υβριδικών εκφράσεων της Τέχνης που αναπτύσσονται συνεχώς.

Από τα μέσα του 30 ο Adorno εκκινώντας από μια ανάλυση της βιομηχανίας της Τέχνης οδηγείται να σταθεί κριτικά προς την jazz , στην οποία βρίσκει μια ρέουσα μορφή , μια αέναη αστάθεια μοτίβων σε σημείο που να διαμορφώνει ένα ρευστό ασαφή ακροατή.

Ο ευρισκόμενος στον αντίποδα του Καντ, Badiou καταθέτει ένα εξ’ ίσου αυστηρό ταξινομικό σχήμα.

Για τον Badiou η Τέχνη ανήκει στο επίπεδο της αχρονικής «αλήθειας». Αυτή είναι μια βαθμίδα αφαίρεσης όπου μαζί με την Πολιτική, την Επιστήμη και τον Έρωτα ορίζουν τις διαδικασίες της κοινωνικής και προσωπικής ζωής. Εντός αυτής της «αλήθειας» ο Badiou διαχωρίζει τέσσερεις στάσεις :την επαναστατική «συμβαντική» , την αντιδραστική την σκοταδιστική και την αναγεννητική . «Συμβαντικές» είναι οι τομές στην τέχνη ( πχ σειριακή μουσική), σκοταδιστική είναι η καταστροφή της Τέχνης ( πχ η καταστροφή της Παλμύρας) , αντιδραστική είναι ο στείρος ακαδημαϊσμός και αναγεννητική είναι η τέχνη ενός νέου κλασικισμού. Για τον αριστερό Badiou οι υβδριδικές μορφές της τέχνης , είτε ως μίξη τεχνών είτε ως ρευστότητα και ανάμειξη στυλ εντός της ίδιας τέχνης είναι προσπάθειες ενός υπερκερασμού της ιδέας της «μεγάλης τέχνης» του 19 αιώνα που όμως παραμένουν τελικά ένας ακαδημαϊσμός. Ο  Badiou βρίσκει στην τέχνη του Wagner ,όχι ένα αντισημίτη Γερμανό Ιδεαλιστή ένα πρωτο- σοσιαλιστή που συνδέεται με τις πηγές του Ναζισμού , αλλά τον τελευταίο μιας προσπάθειας της Μεγάλης Τέχνης αυτής που προσπαθεί να αισθητικοποήσει την ολότητα του Κόσμου και τελικά αποτυγχάνει γιατί ήδη η ολότητα δεν είναι μια κατηγορία που μπορεί να προσδιορίσει τον κόσμο. Ο Badiou αναζητεί μέσω ενός νέου κλασσικισμού μια τέχνη που να διεκδικήσει τις αλήθειες όχι μέσα από την ψευδαίσθηση μιας ολότητας που δεν υπάρχει αλλά μέσα από την αναζήτηση μιας νέας «Μεγάλης Τέχνης» .

Παρότι οι φορμαλισμοί του Badiou είναι απόλυτοι, ως απότοκα μιας μαθηματικοποίησης της φιλοσοφίας του, εν τούτοις προσπαθούν να διερευνήσουν το θεμελιακό ζήτημα της αισθητικής σήμερα: την «Μεγάλη Τέχνη» το νέο Καντιανό «Υψηλό» χωρίς την αυταπάτη μιας ολικής κατανόησης του κόσμου και την γοητεία ενός ψευδοσυμβαντικού νεωτερισμού του συμφυρμού μορφών και τεχνημάτων , των αέναων ροών -μίξεων στυλ και συμφραζομένων εντός ή στην περιφέρεια της Τέχνης. Η αφόρητη επιτήδευση διαφόρων εκδοχών του κλασσικού αρχαίου θεάτρου κάθε καλοκαίρι ,ο κορεσμός των επινοήσεων είναι μια άλλη ένδειξη μιας νέας μανιέρας που τελικά διαμορφώνεται ως «κομφορμισμός με νεωτερικό προσωπείο».

Με την έννοια αυτή η συμπαθής Πάολα και οι Χατζηδακικές ερμηνείες είναι συμπαθείς εκφράσεις μιας συνεχούς αμηχανίας του ενεστώτος αισθητικού ακαδημαϊσμού .

5 σχόλια:

  1. Ωραίο θέμα έπιασες σύντροφε. Αυτό για τον Αντόρνο δεν το ήξερα. έχεις να μου δώσεις τίτλο βιβλίου αν είναι σε βιβλίο; Θέλω να δω την κομμουνιστική άποψη για τη jazz. Ασταθή μοτίβα οδηγούν σε ασταθείς ανθρώπους.... Πλάκα δεν έχει. Οσο για το Μπαντιού. Δεν μπορώ πια. Καλη χρόνια και από εδώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γρηγοριανό Μέλος

      Έτσι ονομάστηκε η λειτουργική μουσική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, που πήρε το όνομα της από τον Γρηγόριο τον Α', ο οποίος υπήρξε επίσκοπος Ρώμης από το 590 έως το 604. Του Γρηγοριανού Μέλους είχε προηγηθεί το Αμβροσιανό Μέλος (4ος αιώνας). Ο Αμβρόσιος, επίσκοπος Μιλάνου, προσπαθώντας να βάλει τάξη στην αναρχία των ύμνων που χρησιμοποιούσε η Δυτική Εκκλησία, καθόρισε τη χρήση τεσσάρων τρόπων (κλιμάκων) καθώς και τους ύμνους που θα έπρεπε να ψάλλονται. Στο τέλος του 6ου αιώνα ο Πάπας Γρηγόριος αναθεώρησε και πάλι το σύνολο των μελωδιών που χρησιμοποιούσε η Καθολική Εκκλησία και καθόρισε ποιες ακριβώς μελωδίες θα ψάλλονται και σε ποιο σημείο της λειτουργίας.
      [...]

      πηγη βικι

      2." Από τα μέσα του 30 ο Adorno εκκινώντας από μια ανάλυση της βιομηχανίας της Τέχνης οδηγείται να σταθεί κριτικά προς την jazz , στην οποία βρίσκει μια ρέουσα μορφή , μια αέναη αστάθεια μοτίβων σε σημείο που να διαμορφώνει ένα ρευστό ασαφή ακροατή."

      ΥΓ Οπως οι Παπες, αναλογως και οι κομμουνιστες διανοουμενοι εμφανιζουν εκνευρισμο, αμηχανια και ...αλλεργια απεναντι στην ελευθερη εκφραση και στον αυτοσχεδιασμο του ποιμνιου τους, το οποιο προοριζουν για την υψιστη σχεδιασμενη μουσικη,δηλ. τις νορμες ακομα και εκει...
      Ομως αυτο που ειδα στις λιγες χωρες του υπαρκτου που επισκεφτηκα (Ουγγαρια, Βουλγαρια) , εκτος απο την κομματικη μπουρζουαζια, ηταν αδιαφορια, πληξη, ελλειψη δημιουργικοτητας, αλκοολισμος,....
      Στην δευτερη επισκεψη μου στην Βουλγαρια το 1984,υπηρχε κινημα νεολαιας που αρνειτο να εργασθει και την εβγαζε στα πολλα παρκα της Σοφιας.

      Διαγραφή
  2. Καλή Χρονιά!
    Ανεξάρτητα από τις αναφορές το θέμα πως η ανάδευση στυλ, ρευμάτων γίνεται άλλοθι για υποτιθέμενη ανανέωση της τέχνης ενώ το ζητούμενο είναι ένας νέος κλασσικισμός
    Είδα το Lalaland και την αποδοχή του ως "καλό παλιό σινεμά" Είναι όντως πιο δύσκολο από καμία δηθενιά .
    Αυτό χοντρικά είναι το θέμα μας εδώ.
    Τα λέμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Το μότο του Χατζηδάκι ήταν "το τσέμπαλο ταιριάζει στον Γιάννη Φλωρινιώτη" και όντως στην εκπομπή εκείνη τα τραγούδια εκτελέστηκαν με συνοδεία τσέμπαλου και όχι πιάνου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Θοδωρή
    Καλή χρονιά
    Ευχαριστώ για την αναφορά .Νομιζω ότι αυτο το τσέμπαλο επιδεινώνει την ιστορία .Αλλά και ο Χατζηδάκις είχε δικαίωμα στην αστοχία .....

    ΑπάντησηΔιαγραφή