Οι «Ιστορίες Καλοσύνης» αποτελούνται από τρεις ιστορίες
σε μια ταινία, όπου ίδιοι ηθοποιοί να παίζουν τους 5-6 ρόλους που έχει η κάθε
ιστορία.
Οι ιστορίες έχουν μερικά κοινά μοτίβα:
·
Νοσοκομείο
, Κτηνιατρείο ,Νεκροτομείο ( βιομηχανικές διαδικασίες υγείας)
·
Ακρωτηριασμός
Αυτοτραυματισμός, Αυτοκτονία ( αυτοκαταστροφή)
·
Μονοζυγωτικοί Δίδυμοι και Σωσίες ( σύγχυση)
Τα μοτίβα ορίζουν μια αποπνικτική ατμόσφαιρα που διανθίζεται
από σύντομες σκηνές από το ρεπερτόριο
του σπλάτερ και του πορνό σινεμά ,όμως συνεχώς διαχέεται ένα νέφος ειρωνείας
και αυτοσαρκασμού. Σε αυτό το όριο «νοσηρότητας» και γκροτέσκου ισορροπεί η
ταινία με μεγάλη επιτυχία.
Όλες οι ιστορίες είναι εξωφρενικές και απόκοσμες. Παρότι
ήδη πολλές κριτικές αποκαλύπτουν το περιεχόμενο, αυτό από μόνο του απλά
αποκαλύπτει την οριακότητα και εκκεντρικότητα.
Το γκροτέσκο επιτείνεται με πολλούς και διάφορους τρόπους:
πχ από τη διαδοχή των ηθοποιών στις τρεις
ιστορίες . Μια χονδροειδής μπαλαφάρα οργανώνεται καθώς ο ίδιος ηθοποιός παίζει
το σιωπηλό ήρωα -εθελοντή της αυτοκτονίας του ενώ ταυτόχρονα στην επόμενη ιστορία , ως άλλος ήρωας,
«ανασταίνεται» από την υπερφυσική δύναμη μιας ημιθανούς κτηνιάτρου…
Σε άλλη ανεπανάληπτη σκηνή , κυρία με υπερφυσικές ικανότητες
γεύεται τον ιδρώτα των ομοιδεατών της μετά από παραμονή σε σάουνα για να
τεκμηριώσει , μέσω γεύσης , αν έχουν επιμολυνθεί μετά από σεξουαλική επαφή…
Ένας σπάει το πόδι του για να προκαλέσει οίκτο και
κυκλοφορεί μονόπατα με ένα νάρθηκα στο πόδι ( βγαλμένη κίνηση από τον Χοντρό Λιγνό)
, μία κυρία ακρωτηριάζεται για να μαγειρέψει τα μέλη της με μπρόκολο στο σύζυγο
( κατόπιν επιταγής του) ενώ μια άλλη κυρία αυτοκτονεί γιατί μια προφητεία το απαιτεί.
Με μια έννοια έχουμε ένα υπολανθάνον ντελίριο αχαλίνωτου
σουρεαλισμού εφάμιλλου του πράκτορα Θου Βου.
Σε αυτό το σύνορο λανθάνουσας ή επερχόμενης νοσηρότητας
και κωμικού υπερρεαλισμού ο Λάνθιμος μας απασχολεί ένα δίωρο με μεγάλη επιτυχία.
Ασχολείται με τα πυρηνικά του βίου, τα ψηλαφεί από τις πιο δυσάρεστες δύσκολες
πλευρές αλλά με την pop και ambient launch διάθεση
του ( όχι τη μουσική του που έχει δωδεκατονικές μοντερνιές και Eurythmics ) μας προβληματίζει τόσο όσο . Τόσο για να τον
συζητήσουμε όσο για να τον προσπεράσουμε γρήγορα σε αναμονή της επόμενης.
Εκεί που είδα την ταινία , παρόλες τις προειδοποιήσεις των
κριτικών και σκληρότητα και δυστροπία, στο τέλος χαμογελαστές φάτσες πήγαιναν
να απολαύσουν βιαστικές τις γεύσεις της διπλανής πιτσαρίας.