Μάιος του 1976 μια
φοιτητική εκδρομή στην Σόφια.
Eίναι η πρώτη φορά που
ευρίσκομαι εκτός Ελλάδος. Ο προορισμός είναι ο κλασσικός «οικονομικός» για τα
δεδομένα της εποχής. Προηγούμενοι επισκέπτες μας έχουν «σφυρίξει» ότι υπάρχουν
ευκαιρίες για οικονομικές μικροαγορές στα περιθώρια του φοιτητικού χαρτζιλικιού της εποχής. Βρισκόμαστε στην
Σόφια και κάπου ακούω ότι οι δίσκοι βινυλίου είναι φτηνοί. Εισβάλλω στο πρώτο
δισκοπωλείο και οι τιμές είναι όντως «εξωφρενικές». Ωστόσο οι επιλογές
ελάχιστες. Το κομμάτι των δίσκων
κλασσικής μουσικής μου φαίνεται τόσο φτηνό ,ώστε έστω και αν αυτή η μουσική
είναι αρκετά «μακριά» , προτιμώ να κάνω μια μικρή επένδυση χωρίς ορατό μέλλον.
Αγοράζω 10 βινυλια σε τιμή ενός της τότε Ελληνικής αγοράς. Οι δίσκοι «παίζουν» μερικές
φορές στο μονοφωνικό πικάπ και μετά κουρνιάζουν με την σκόνη τους και τα
σκρατσάκια τους στην άκρη μια μικρής συλλογής.
Οι δεκαετίες έχουν ένα
κακό : παραλλάσουν τις αισθητικές κατευθύνσεις.
Εδώ και κάποιο καιρό η
κλασσική μουσική εισέβαλλε , άγνωστο πως, στο ηχητικό περιβάλλον μου ενώ
ταυτόχρονα το πικάπ αντικαταστάθηκε με ένα νέο ψηφιακό. Η ταξινομική διάθεση
μετακόμισε από τα βιβλία στα βινύλια και χωρίς να θυμάμαι πως , οι δέκα δίσκοι της
Σόφιας, άρχισαν να «λένε» κάτι μουσικά. Το πλεονέκτημα των δίσκων , οι μεγάλες
περιγραφές των οπισθόφυλλων έχουν εξουδετερωθεί καθώς ήταν γραμμένα σε κυριλλική
γραφή: σχεδόν δεν καταλαβαίνω τι ακούω.
Μετά από μερικές μέρες
συνειδητοποιώ πως δύο βινύλια έχουν τα ίδια κομμάτια παιγμένα από δύο
διαφορετικούς βιολιστές. Η σύμπτωση είναι στα όρια του διαβολικού. Απλώς
μαζεύοντας δίσκους με την «οκά» έχω δύο βιολιστές να παίζουν τα ίδια κομμάτια.
Πρόκειται για τους David Oistrakh και Leonid Kogan. Άγνωστοι σε μένα αλλά αρκετά οικείοι φυσιογνωμικά
,καθώς τα πορτραίτα τους είναι τα εξώφυλλα των δίσκων τους και με κοιτούν με το
αυστηρό βλέμμα του σολίστα από το βάθος του ασπρόμαυρου εξώφυλλου.
Στο αυτί μου ο Δαυίδ
είναι μουσικά γεμάτος στιβαρός ενώ η ορχήστρα στο «βάθος» ακούγεται «βαριά».
Ο Λεωνίδας είναι πιο
οξύς, κοφτός, ενώ η ορχήστρα ακούγεται πιο μπάσα και δυσδιάκριτη.
Ο Oistrakh είναι ο μεγάλος επίσημος βιολιστής της ΕΣΣΔ. Έχει διεθνή αναγνώριση ,ταξιδεύει
στο εξωτερικό με ευχέρεια . Είναι η μεγάλη βεντέτα της Σοβιετικής μουσικής
Ο Kogan είναι ο διακριτικός ταλαντούχος που φαίνεται να
δυσκολεύεται με τις καθεστωτικές δομές της εποχής. Μεγάλη δημοφιλία αλλά ελάχιστες
διεθνείς συμμετοχές.
Με ένα ιδιόμορφο τρόπο ο
βίος του σολίστα έχει εγγραφεί στην μουσική του και η διαφορά είναι
αναγνωρίσιμη και στο αυτί του μη μυημένου.
Επόμενο βήμα η περιήγηση
στα καταπληκτικά μουσικά υπόγεια του βινυλίου της Αθήνας. Ο David ευρίσκεται στα μεγάλα κουτιά των δισκάδικων
πενταπλάσιες φορές από τον Leonid.Η Αθήνα του βινυλίου αποκαλύπτει πως είναι αρκετά
ενημερωμένη στις μουσικές αναμνήσεις.
Εδώ λοιπόν ο Δαυίδ και ο
Λεωνίδας : ασπρόμαυρες εικόνες, στατικό κάδρο, μακρινές λήψεις, μπόλικο “buzz” .
Rachmaninoff plays his Rhapsody on a Theme of Paganini
ΑπάντησηΔιαγραφήRhapsody on a Theme of Paganini
in A minor for piano & orchestra, Op. 43
Philadelphia Orchestra
Conducted by Leopold Stokowski
Sergei Rachmaninov, piano
https://www.youtube.com/watch?v=ORP4dlwNsKM
Ενα απο τα αγαπημενα μου. Αερινο παιξιμο.
Νομίζω ότι οι δύο σχολές ερμηνείας αλληλοσυμπληρώνονται. Φυσικά δεν μπορεί να τις ακούσει κανείς να συνηχούν. Αλλά η κάθε μία αναδεικνύει την ομορφιά και το βάρος της άλλης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘοδωρε
ΑπάντησηΔιαγραφήΌντως πρόκειται για δυο διαφορετικά ακούσματα
Ειλικρινά δεν μπορώ να συσχετίςω το μουσικό στυλ με τους διαφορετικός βίους .Νομιζω οι ειδικοί ίσως έχουν κάτι να πουν για αυτο
Μια εξήγηση που έχει δοθεί αφορά τη διαφορά ηλικίας των δύο σολίστ: o Όιστραχ γεννημένος το 1908, ανδρώθηκε σε μια χώρα που ακόμα αισιοδοξούσε και δεν απείχε πολύ από την προεπαναστατική Ρωσία και αυτό αποτυπώνεται στις ολύμπιες (συγκριτικά) ερμηνείες του. Ενώ ο Κόγκαν, γεννημένος το 1924, βρέθηκε πολύ νέος στη δίνη των πιο δύσκολων δεκαετιών, του 1930 και του 1940. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ τα κοντσέρτα για βιολί του Σοστακόβιτς γράφτηκαν για τον Όιστραχ, ο καλύτερος ερμηνευτής του πρώτου (έργο του 1947-48, την εποχή που μεσουρανούσε ο Ζντάνοφ, to οποίο ο συνθέτης κράτησε στο συρτάρι του και το παρουσίασε το 1955, μετά το θάνατο του Στάλιν) ήταν ο Κόγκαν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘοδωρή
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για τις αναφορές
Πραγματικά κατατοπιστικές